Σε άρθρο της στην εφημερίδα «Νέα Σελίδα», η Αναπληρώτρια Υπουργός Εξωτερικών, Σία Αναγνωστοπούλου, γράφει για τη «Νέα γεωστρατηγική αντίληψη» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Παραλάβαμε μια χώρα εσωστρεφή και φοβική απέναντι στις περιφερειακές και διεθνείς εξελίξεις.
Η εξωτερική πολιτική βασιζόταν στην παθητική προσκόλληση σε πρωτοβουλίες τρίτων, κυρίως όμως βασιζόταν στην αδράνεια και τη στασιμότητα.
Με κεντρικό δόγμα αυτό της αδράνειας και της μετάθεσης των κύριων προβλημάτων σε ένα «απώτερο μέλλον», τα μεγάλα θέματα της εξωτερικής πολιτικής εξελίσσονταν σε βάρος της χώρας μας.
Το 2015, όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση της χώρας, το διπλωματικό κύρος, ο ευρωπαϊκός και διεθνής ρόλος της Ελλάδας ήταν υποβαθμισμένοι λόγω της οικονομικής κρίσης, ενώ επάλληλες κρίσεις (προσφυγικό, πόλεμοι, αναθεωρητισμοί, κλπ) στην περιοχή διαμόρφωναν περιβάλλον πίεσης.
Σήμερα η Ελλάδα έχει εδραιώσει, στη βάση μιας πατριωτικής, ενεργητικής και πολυδιάστατης πολιτικής, το κύρος και τον ισχυρό της ρόλο εντός της ΕΕ, έχει αναβαθμίσει ή επανεκκινήσει τη συνεργασία της με παγκόσμιες δυνάμεις, κυρίως όμως έχει καταστεί πυλώνας σταθερότητας και ειρήνης στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο.
Σήμερα η Ελλάδα έχει εδραιώσει, στη βάση μιας πατριωτικής, ενεργητικής και πολυδιάστατης πολιτικής, το κύρος και τον ισχυρό της ρόλο εντός της ΕΕ, έχει αναβαθμίσει ή επανεκκινήσει τη συνεργασία της με παγκόσμιες δυνάμεις, κυρίως όμως έχει καταστεί πυλώνας σταθερότητας και ειρήνης στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο.
Το κορυφαίο παράδειγμα αυτής της πολιτικής είναι η υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών. Με αυτή επιλύθηκε το ονοματολογικό στη βάση των πάγιων θέσεων της χώρας επί πάνω από 20 χρόνια.
Ανετράπη η σταθερή πορεία (άνω των 140 χωρών) αναγνώρισης της γειτονικής χώρας ως «Δημοκρατίας της Μακεδονίας», αναγνωρίστηκε από τη Βόρεια Μακεδονία η ελληνικότητα της αρχαίας Μακεδονίας, των συμβόλων και της Ιστορίας της, ενώ ορίσθηκε το πλαίσιο για την επίλυση ενός μακροχρόνιου προβλήματος που αφορά τις εμπορικές ονομασίες, τα εμπορικά σήματα και τις επωνυμίες, πρόβλημα που ταλάνισε την επιχειρηματική κοινότητα της χώρας μας.
Κυρίως όμως η Ελλάδα εξασφάλισε με τη Συμφωνία των Πρεσπών ενισχυμένο διπλωματικό, αμυντικό και οικονομικό ρόλο, όχι μόνο στη γειτονική χώρα, αλλά στα Βαλκάνια και την Ευρώπη.
Κυρίως όμως η Ελλάδα εξασφάλισε με τη Συμφωνία των Πρεσπών ενισχυμένο διπλωματικό, αμυντικό και οικονομικό ρόλο, όχι μόνο στη γειτονική χώρα, αλλά στα Βαλκάνια και την Ευρώπη.
Με την επίλυση αυτού του προβλήματος, η χώρα άνοιξε το δρόμο για την «αποβαλκανοποίηση» των προβλημάτων της περιοχής, προσφέροντας το καλύτερο παράδειγμα σε βαλκανικό αλλά και ευρωπαϊκό επίπεδο, ότι τα προβλήματα μπορούν να επιλύονται με συναίνεση και αλληλεγγύη, χωρίς αναθεωρητισμούς και εθνικιστική εσωστρέφεια υψωμένων τοίχων.
Με γνώμονα τη συναίνεση, την ειρήνη και τη σταθερότητα, αλλά και τον πατριωτισμό, η Ελλάδα προχώρησε σε βήματα που καμιά κυβέρνηση δεν είχε προχωρήσει μέχρι τώρα.
Με γνώμονα τη συναίνεση, την ειρήνη και τη σταθερότητα, αλλά και τον πατριωτισμό, η Ελλάδα προχώρησε σε βήματα που καμιά κυβέρνηση δεν είχε προχωρήσει μέχρι τώρα.
Διατηρώντας όλους τους διαύλους καλής γειτονίας και συνεργασίας ανοικτούς με όλους τους γείτονες μας, ακόμα και τους πιο δύσκολους και στις πιο δύσκολες στιγμές, έθεσε ωστόσο ζητήματα που ποτέ δεν είχαν τεθεί στο παρελθόν.
Για πρώτη φορά το θέμα της κατάργησης των, αναχρονιστικών και αποικιακών καταβολών, εγγυήσεων τέθηκε ως προϋπόθεση για την επίλυση του Κυπριακού.
Με το ίδιο πνεύμα πατριωτισμού η Ελλάδα προώθησε τον ελληνοαλβανικό διάλογο για την επίλυση εκκρεμών ζητημάτων και έθεσε για πρώτη φορά τα δικαιώματα της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας ως βασικό όρο για την έναρξη της ενταξιακής διαδικασίας της Αλβανίας.
Δεν είχε γίνει το ίδιο το 2009 όταν η Αλβανία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, ούτε βέβαια το 2014 όταν η χώρα αυτή έλαβε το καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη στην ΕΕ χώρας, χωρίς να τεθεί από την Ελλάδα καμιά προϋπόθεση.
Η εξωτερική πολιτική μας σήμερα είναι μια ενεργητική πολιτική που χαρακτηρίζεται από ανάληψη πρωτοβουλιών στην κατεύθυνση της εμπέδωσης της ειρήνης, της σταθερότητας και της συνανάπτυξης στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο.
Η εξωτερική πολιτική μας σήμερα είναι μια ενεργητική πολιτική που χαρακτηρίζεται από ανάληψη πρωτοβουλιών στην κατεύθυνση της εμπέδωσης της ειρήνης, της σταθερότητας και της συνανάπτυξης στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο.
Προωθώντας τις σημαντικότερες διακρατικές πρωτοβουλίες συνεργασίας στην περιοχή και την επανεκκίνηση της ενταξιακής διαδικασίας των Δυτικών Βαλκανίων (Σύνοδος ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων Μάιος 2018), μετά από μακρά περίοδο στασιμότητας, η Ελλάδα προώθησε σημαντικά έργα υποδομών στην περιοχή, αλλά και έργα που συμβάλλουν στην ενεργειακή ασφάλεια.
Η Θεσσαλονίκη ξαναποκτά κομβικό ρόλο για την ανάπτυξη όλης της περιοχής. Στο ίδιο πλαίσιο, η Ελλάδα συνέβαλε αποφασιστικά στην προώθηση της ειρήνης και της ασφάλειας στην Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη περιοχή, όπου η Κύπρος αναβαθμίζει τον περιφερειακό ρόλο της.
Η προώθηση του στρατηγικής σημασίας αγωγού φυσικού αερίου EastMed καταδεικνύει το ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η χώρα στους ενεργειακούς δρόμους της περιοχής μας.
Σε αυτή τη νέα γεωστρατηγική αντίληψη, στην οποία εντάσσονται οι σχέσεις με την Κίνα, η Σύνοδος με τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, κλπ., η Ελλάδα αναπτύσσει μια εξωτερική πολιτική αλληλεγγύης και ειρήνης, μια πολιτική πατριωτική, με την οποία η χώρα δεν κρύβεται από τον «μεγάλο κόσμο», αλλά βγαίνει σε αυτόν με όπλα το δίκαιο και τους διεθνείς κανόνες.
Η κυβέρνηση, τέλος, κάλεσε μετά από 24 χρόνια, σε συνέχεια σχετικής έκθεσης της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής, τη Γερμανία να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις για την επίλυση του εκκρεμούς ζητήματος των αξιώσεων της Ελλάδας για την καταβολή πολεμικών επανορθώσεων και αποζημιώσεων.
Σε αυτή τη νέα γεωστρατηγική αντίληψη, στην οποία εντάσσονται οι σχέσεις με την Κίνα, η Σύνοδος με τις χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου, κλπ., η Ελλάδα αναπτύσσει μια εξωτερική πολιτική αλληλεγγύης και ειρήνης, μια πολιτική πατριωτική, με την οποία η χώρα δεν κρύβεται από τον «μεγάλο κόσμο», αλλά βγαίνει σε αυτόν με όπλα το δίκαιο και τους διεθνείς κανόνες.
Η κυβέρνηση, τέλος, κάλεσε μετά από 24 χρόνια, σε συνέχεια σχετικής έκθεσης της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής, τη Γερμανία να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις για την επίλυση του εκκρεμούς ζητήματος των αξιώσεων της Ελλάδας για την καταβολή πολεμικών επανορθώσεων και αποζημιώσεων.