Το δικαίωμα δικαστικής προστασίας κατοχυρώνεται στο άρθρο 20 του Συντάγματος, στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στο άρθρο 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο άρθρο 14 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα. Ουσιαστικά, συνιστά το θεμελιώδες δικονομικό δικαίωμα της προσφυγής ενώπιον των δικαστηρίων και η ουσιαστική άσκησή του τελεί πάντα υπό την προϋπόθεση ότι το κράτος θα ενεργοποιηθεί, ώστε να το προστατεύσει, μέσω της λήψης μέτρων και της εισαγωγής των κατάλληλων θεσμών και κανόνων.
Με τον Ν. 3226/2004 έχει οργανωθεί ένα πλήρες σύστημα νομικής βοήθειας στους πολίτες χαμηλού εισοδήματος για την πραγμάτωση των παραπάνω συνταγματικών επιταγών και την εκπλήρωση των ευρωπαϊκών και διεθνών μας υποχρεώσεων, δεδομένου ότι η κατοχύρωση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας είναι μείζονος σημασίας και αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι μιας δημοκρατικής και ευνομούμενης πολιτείας, που παρουσιάζεται ως προστάτης και θεματοφύλακας των δικαιωμάτων των πολιτών της και λαμβάνει όλα τα πρόσφορα και αναγκαία μέτρα, προκειμένου να διασφαλίζει την ορθή και όσο το δυνατόν ταχύτερη επίλυση των διαφορών, που ανακύπτουν στο πλαίσιο της κοινωνικής συνύπαρξης και ζωής.
Ο δικηγορικός κόσμος έχει «αγκαλιάσει» αυτόν τον θεσμό που προάγει τον νομικό πολιτισμό μας, εξασφαλίζοντας την δυνατότητα σε όλους τους πολίτες, πρόσβασης στην Δικαιοσύνη, με συνήγορο υπεράσπισης, απαραίτητο στοιχείο της δίκαιης δίκης, όπως έχει κρίνει και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Οι δικηγόροι που παρέχουν νομική βοήθεια σε πολίτες χαμηλού εισοδήματος, ορίζονται από τους οικείους δικηγορικούς συλλόγους κάθε περιοχής, με διαδικασίες οι οποίες διασφαλίζουν την ορθολογική ανάθεση αυτών των καθηκόντων και τη διαφάνεια.
Εντούτοις, οι δικηγόροι οι οποίοι αναλαμβάνουν υποθέσεις στα πλαίσια της νομικής βοήθειας αντιμετωπίζουν έναν κυκεώνα γραφειοκρατίας, με αποτέλεσμα, αφενός, την καθυστέρηση της καταβολής των αμοιβών που προβλέπονται και αφετέρου, την επιφόρτιση των δικαστηρίων με έναν όγκο διεκπεραιωτικών διαδικασιών, που επιβαρύνουν τη συνολική διοικητική λειτουργία της δικαιοσύνης.
Κάποια από τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι δικηγόροι που διορίζονταν με τον τρόπο αυτό, επιλύθηκαν από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με το Ν. 4596/2019 και συγκεκριμένα:
Κατοχυρώθηκε νομοθετικά η παροχή πρόσθετης αποζημίωσης σε ποινικές δίκες μακράς διάρκειας. Με τον τρόπο αυτό, εξορθολογίστηκε και ενοποιήθηκε η διαδικασία της εκκαθάρισης και καταβολής αμοιβών στην παροχή νομικής βοήθειας, η οποία πλέον διεκπεραιώνεται εξολοκλήρου από το ΤΑ.Χ.ΔΙ.Κ., ενώ μέχρι την ψήφιση της συγκεκριμένης διάταξης για τις δίκες μακράς διάρκειας πραγματοποιείτο εξωδικαστικά από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.
Προβλέφθηκε η μετάθεση του χρόνου έκδοσης του φορολογικού παραστατικού από τους συμμετέχοντες δικηγόρους, στον χρόνο εκκαθάρισης, από τον χρόνο διενέργειας της δικαστικής παράστασης που ίσχυε μέχρι τότε ώστε να μην επιβαρύνονται με την καταβολή ΦΠΑ, φόρου εισοδήματος και ασφαλιστικών εισφορών πριν την είσπραξη της οφειλόμενης αμοιβής οι δικαιούχοι δικηγόροι. Μέχρι το σημείο εκείνο ο δικηγόρος έφερε τα άνω βάρη χωρίς να έχει εισπράξει την αμοιβή του.
Δυστυχώς όμως το ζήτημα της μακρόχρονης καθυστέρησης καταβολής της νόμιμης αμοιβής συνεχίζει να παραμένει ένα άλυτο πρόβλημα για χιλιάδες δικηγόρους σε όλη την επικράτεια, οι οποίοι παρέχουν τις υπηρεσίες τους ως αυτεπαγγέλτως διοριζόμενοι στο πλαίσιο της δωρεάν νομικής βοήθειας και οι οποίοι στη μεγάλη πλειονότητά τους είναι νέοι και μάχιμοι δικηγόροι. Η καθυστέρηση ανέρχεται μέχρι και σε δύο (2) χρόνια από τη στιγμή της υποβολής στο ΤΑΧΔΙΚ των τιμολογίων παροχής υπηρεσιών.
Επειδή η νομική βοήθεια αποτελεί σημαντικό θεσμό της δικαιοσύνης, ο οποίος στέκεται δίπλα στον πολίτη.
Επειδή η γραφειοκρατία και η καθυστέρηση της καταβολής των αμοιβών των δικηγόρων, οι οποίοι αναλαμβάνουν υποθέσεις στα πλαίσια της νομικής βοήθειας, οδηγεί στην αποθάρρυνση της συμμετοχής των δικηγόρων και τελικά στην υποβάθμιση του θεσμού.
Επειδή οι δικηγόροι που παρέχουν νομική βοήθεια πρέπει να λαμβάνουν σε εύλογο χρόνο την αμοιβή τους.
Ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
Προτίθενται να διευκολύνουν τις διαδικασίες πληρωμής των δικηγόρων, ώστε να αποτελεί κίνητρο η παραμονή και η ανάληψη καθηκόντων στο κομμάτι της νομικής βοήθειας;
Οι Ερωτώντες Βουλευτές
Mάρκου Κώστας
Αναγνωστοπούλου Αθανασία (Σία)
Βαρδάκης Σωκράτης
Κασιμάτη Νίνα
Καφαντάρη Χαρά
Λάππας Σπυρίδων
Μάλαμα Κυριακή
Μαμουλάκης Χαράλαμπος
Μεϊκόπουλος Αλέξανδρος
Μπάρκας Κωνσταντίνος
Ραγκούσης Γιάννης
Σαρακιώτης Ιωάννης
Σκουρολιάκος Παναγιώτης
Τζούφη Μερόπη
Τριανταφυλλίδης Αλέξανδρος
Φάμελλος Σωκράτης
Ψυχογιός Γεώργιος