Συγκλόνισε η φωτογραφία του στο διαδίκτυο με τον γιο του.
Για πρώτη φορά μετά το δυστύχημα των Τεμπών μιλά ο Νίκος Ζήσης που σώθηκε αλλά έχασε τη σύζυγο του.
Για πρώτη φορά μετά το δυστύχημα των Τεμπών μιλά ο Νίκος Ζήσης που σώθηκε αλλά έχασε τη σύζυγο του.
Ένας χρόνος συμπληρώνεται από την τραγωδία των Τεμπών, αλλά για τους επιζώντες και τους συγγενείς των θυμάτων είναι σαν να μην πέρασε μία μέρα. Ένας εξ' αυτών, ο Νίκος Ζήσης, που επέβαινε στο μοιραίο τρένο μαζί με τη σύζυγό του Αθηνά, μίλησε στην εκπομπή Αλήθειες με τη Ζήνα και τον Στρατή Λημνιό, για τις τελευταίες τους στιγμές και τη ζωή σήμερα μόνος με ένα μικρό παιδί, καθώς εκείνη έχασε τη ζωή της.
Νίκος Ζήσης: «Δικαιοσύνη πουθενά στα Τέμπη, συγκάλυψη πάνω στη συγκάλυψη»
Αμέσως μετά ο Νίκος Ζήσης αναφέρθηκε στις τελευταίες στιγμές με τη γυναίκα του, πριν την σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη. «Όλα έγιναν πολύ γρήγορα, ήμασταν στο κυλικείο πέντε λεπτά νωρίτερα και η Αθηνά με έσωσε γιατί ήταν να πάω στην τουαλέτα στο βαγόνι δυο και μου είπε, “φάε όλο το τοστ πρώτα και μετά πήγαινε”. Δεν πέρασαν πάνω από τριάντα δεύτερα, καταλάβαμε ότι γίνεται επειδή έκλεισαν πρώτα φώτα. Μόνο που πρόλαβε να μου σφίξει το χέρι γιατί κρατιόμασταν και μου είπε, “Νίκο τον Χρήστο μας”. Αυτό συνεχίζω να το ακούω τα βράδια», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Επιπλέον δεν έκρυψε την οργή του για την ατιμωρησία που επικρατεί, μετά απ' όσα έζησε: «Μου είπαν ότι “έφυγε” η Αθηνά την ημέρα που θα γινόταν η κηδεία. Να είσαι ανήμπορος, σ' ένα καθηλωμένος, να ξέρεις ότι κηδεύουν την γυναίκα σου και να μην μπορείς να είσαι εκεί, να της δώσεις έστω το τελευταίο φιλί... Όλα αυτά για να τρώνε με χρυσά κουτάλια τόσα χρόνια οι υπαίτιοι, οι δολοφόνοι των ανθρώπων μας. Δικαιοσύνη πουθενά, συγκάλυψη πάνω στη συγκάλυψη και έγκλημα πάνω στο έγκλημα. Αν δεν τιμωρηθούν, δεν θα ηρεμήσουμε κι εμείς».
Σε διαφορετικό σημείο, αποκάλυψε: «Δεν μπορείτε να μπείτε στο σπίτι μας με την Αθηνά, γιατί δεν μπορώ κι εγώ να μπω. Έχω πάει τρεις φορές από την ημέρα εκείνη. Το σπίτι το ανοίγεις και μυρίζει ακόμα Αθηνά, είναι όλα τα πράγματά της μέσα. Πήγα να παρκάρω από κάτω τις προάλλες και ο γιος μας μου είπε, “γιούπι μπαμπάκα μου με έφερες στο σπίτι της μαμάς. Πάμε πάνω να δούμε τη μαμά”».