Λίγες εβδομάδες πριν τη μεγάλη συναυλία - αφιέρωμα στον «πολιτικό» Μίκη Θεοδωράκη στο Καλλιμάρμαρο, η κόρη του, Μαργαρίτα, μιλάει έξω απ' τα δόντια στο koutipandoras.gr
Η Μαργαρίτα Θεοδωράκη, η κόρη του Μίκη, είναι ένα πρόσωπο που του έχει ασκηθεί έντονη κριτική τα τελευταία χρόνια. Από τη μία για κάποιες επιλογές ως προς τους ερμηνευτές του θεοδωρακικού έργου και απ' την άλλη για μία συναυλιακή δραστηριότητα εν είδει αφιερωμάτων στον πατέρα της. Για το πρώτο, οφείλω να ξεκαθαρίσω πως δεν ευθύνεται η ίδια αποκλειστικά. Έχω συζητήσει με τον Μίκη Θεοδωράκη αυτοπροσώπως, ο οποίος πάντα υπερασπίζεται τους ερμηνευτές της «απέναντι όχθης» από το αμιγώς έντεχνο - λαϊκό τραγούδι, το δικό του δηλαδή τραγούδι. Για το άλλο πάλι, επίσης η κόρη του Θεοδωράκη μιλάει έξω απ' τα δόντια. Αναφέρεται σε μία οικονομική δυσμένεια, στην οποία έχει πέσει η ίδια και η οικογένεια της και σε μία καθημερινότητα βασανιστική, που δεν απέχει καθόλου απ' αυτήν του μέσου Έλληνα. Προτάσσει βέβαια το στοιχείο της αγάπης προς τον πατέρα της και μιας ανάγκης για συνεχείς παρουσιάσεις του έργου του, που προφανώς τον αναζωογονούν στα 94 του χρόνια!
Έτσι, στις 24 Ιουνίου του 2019, θα πραγματοποιηθεί στο Καλλιμάρμαρο ακόμα μία μεγαλειώδης συναυλία - αφιέρωμα στον Μίκη Θεοδωράκη και στο έργο του, παρουσία του συνόλου των Ελλήνων τραγουδιστών, από τον Αντώνη Καλογιάννη και την Ελένη Βιτάλη μέχρι τον Μανώλη Μητσιά και τον Σταμάτη Κόκοτα, καθώς και αντιπροσωπειών από την Ομογένεια της Αμερικής, της Αυστραλίας, του Καναδά και της Ευρώπης.
Μ' αυτή την αφορμή, παρόλο που η Μαργαρίτα Θεοδωράκη σπάνια μιλάει δημόσια, με δέχτηκε στο σπίτι της στου Φιλοπάππου, λίγα μέτρα παρακάτω απ' την οικία Θεοδωράκη, και είχαμε μια μεγάλη ενδιαφέρουσα, ειλικρινή και, σε κάποια σημεία, ιδιαίτερα συγκινητική συζήτηση:
Τι λέτε, θα καταφέρουμε να βγει μία συνέντευξη διαφορετική απ' τις άλλες σας;
Μα δεν έχω δώσει και πολλές, μια - δυο το πολύ, να ξέρετε.
Δεν σας το ζητάνε ή δεν θέλετε;
Αρνούμαι. Δεν θέλω να εμφανίζομαι σε σχέση με τον πατέρα μου. Εγώ είμαι παραγωγός, κάνω συναυλίες και δεν έχω άλλο λόγο.
Ούτε και τώρα που επιχειρείτε να βγείτε επί σκηνής σαν καλλιτέχνις;
Ίσως αναγκαστικά πρέπει να δώσω τώρα, γιατί ανέβηκα κι εγώ στο πάλκο. Διαβάζω δικά μου κείμενα σχετικά με τον πατέρα μου, την οικογένεια μου και την παιδική μου ηλικία. Είναι μια παράσταση που λέγεται «Αναμνήσεις ενός κοριτσιού».
Με ενδιαφέρει η παιδική σας ηλικία αν σκεφτούμε πως είστε γεννημένη το 1958, άρα η ύπαρξη σας ταυτίζεται με την έναρξη του θεοδωρακικού έργου στην Ελλάδα.
Ακριβώς. Έκανε δύο παιδιά και άρχισε να γεννά μεγάλα έργα. Μπορεί να φαίνεται αστείο, αλλά η πρώτη μνήμη που έχω από τη μαμά μου και τον μπαμπά μου είναι στο πάρκο του Λουξεμβούργου. Γεννήθηκα στο Παρίσι, αφού εκεί έμεναν οι γονείς μου τότε μέχρι τον οριστικό ερχομό τους στην Ελλάδα το '62. Με είχαν στο καροτσάκι, θυμάμαι, κι έβλεπα τους δυο τους και τα φύλλα απ' τις αγριοκαστανιές. Τι να σας λέω, θυμάμαι και πως ακριβώς ήταν το πάρκο στο Λουξεμβούργο.
Σας έλειψε η μορφή του πατέρα; Ο Μίκης ήταν εξαιρετικά πολυάσχολος στην προ χούντα περίοδο.
Ήτανε πάντα κοντά μας. Ζούσαμε στη Νέα Σμύρνη, ο πατέρας μου μπαινόβγαινε με το citroen. Κλασική ελληνική οικογένεια, ο μπαμπάς, η μαμά, ο παππούς, η γιαγιά κι εμείς τα παιδιά σε ένα σπίτι της Νέας Σμύρνης απ' αυτά τα παλιά πριν γίνουν πολυκατοικίες.
Υπάρχει σήμερα το σπίτι αυτό;
Όχι, το γκρέμισαν μεσ' στη χούντα με αντιπαροχή. Εμείς ήμασταν στο Παρίσι κι εκεί θυμάμαι πιο πολύ τον πατέρα μου. Κάναμε ένα ταξίδι το '64 στην Κρήτη για τα γυρίσματα του «Ζορμπά». Πήγαμε όλοι μαζί οικογενειακώς και κοιμηθήκαμε στο ξενοδοχείο «Αμαλία», αν θυμάμαι καλά. Θυμάμαι τον πατέρα μου στην παραλία - ούτε έξι χρονών δεν ήμουν - και τα γυρίσματα κάπου στα Μάταλα. Ήταν η σκηνή στο τέλος που γκρεμίζεται ένα ορυχείο απ' όπου θα κατέβαινε το τραινάκι. Ο Κακογιάννης ούρλιαζε γιατί δεν πέτυχε η σκηνή και την ξαναστήσανε. Ακόμα και στη χούντα, όμως, ήταν κοντά μας ο μπαμπάς. Δεν θα ξεχάσω τη σκηνή που του έβαζε η μαμά λεκάνη με ζεστό νερό για τα πόδια του, έχοντας γυρίσει απ' την Πορεία Ειρήνης στον Μαραθώνα. Συνέχεια τον θυμάμαι, που κρύφτηκε, που φυλακίστηκε και που μια ωραία νύχτα του Γενάρη ξανάρθε αφού τού'χαν δώσει αμνηστία. Στο Βραχάτι, επίσης, που τον είχαν σε κατ' οίκον περιορισμό και στη Ζάτουνα αργότερα που μας πήρε μαζί και ζήσαμε για δεκαοχτώ μήνες. Μετά φύγαμε για το σχολείο στην Αθήνα κι εκείνος για το στρατόπεδο στον Ωρωπό. Μετά Παρίσι, μαζί πάλι. Πολύ μαζί και πολλά ταξίδια. Σκεφτείτε ότι μεσ' στη χούντα έδωσε 2.000 συναυλίες που μας έπαιρνε κι εμάς όταν δεν είχαμε σχολείο. Πήγαμε δυο φορές στη Νότιο Αμερική, Αργεντινή, Χιλή, Μεξικό, Περού, Βενεζουέλα, μιλάω για δύο χρονιές, από το '70 έως το '72. Πήγαμε Ισραήλ, γυρίσαμε όλη την Ευρώπη και για τα παιδιά, ξέρετε, είναι φοβερά αυτά τα τόσα πολλά ταξίδια. Δεν τον αποχωριστήκαμε δηλαδή ποτέ τον μπαμπά. Ήταν πάντα αυτό που λέμε «Πάτερ Φαμίλιας», νοιαζόταν για τα παιδιά του, νοιάζεται για τα εγγόνια του, όπως νοιάζεται για όλο τον γύρω κόσμο. Ανακατεύεται, δεν είναι ο σταρ που δεν τον ακουμπάς και είχε τους παρατρεχάμενους. Ζούσαμε μια ζωή πολύ φυσιολογική. Η μαμά κάθε πρωί μαγείρευε, μας τάιζε, έπλενε, σιδέρωνε...
Για τον Μίκη τα ξέρουμε. Η Μυρτώ τι τύπος γυναίκας ήτανε;
Η μαμά ήταν πολύ δυναμική. Κρατούσε την οικογένεια, κρατούσε τα χρήματα. Ο πατέρας μου χαρτζιλίκι έπαιρνε, δεν είχε ποτέ λεφτά πάνω του. Τα πάντα έλεγχε η μάνα μου και ανακατευόταν με τις συναυλίες σαν μάνατζερ!
Κατά ένα τρόπο σήμερα την έχετε αντικαταστήσει εσείς;
Βέβαια, το σκέφτηκα πολλές φορές: Πως ξέρω και στήνω συναυλίες; Μα ήμουν μεσ' στις συναυλίες από τότε που γεννήθηκα! Να φανταστείτε, τα ηχητικά ήταν των γονιών μου. Είχαν αγοράσει ένα βαν και έβαλαν μέσα τον εξοπλισμό. Απ' αυτά, τα τεχνικά, μέχρι τα αεροπορικά εισιτήρια, η μάνα μου τα κανόνιζε όλα.
Φαντάζομαι τι κόσμος θα μπαινόβγαινε σπίτι σας.
Έχουμε μια φωτογραφία το '68 που βγαίνει ο πατέρας μου απ' τη φυλακή κι έχει δίπλα του τον κολλητό του, Ηλία Πετρόπουλο. Μας αγαπούσε πολύ εμάς ο Πετρόπουλος, μας είχε σαν μασκότ. Πάνω στην αγκαλιά του ήμασταν συνέχεια! Θυμάμαι που χτύπησε η πόρτα μας στις 22 Απριλίου του 1967 και ήταν ο Μοσέ Νταγιάν. Ανοίγει η γιαγιά μου, μια σταλιά γυναίκα, και τον βλέπει με το μάτι του όπως τό'χε, φιγούρα πασίγνωστη. Ήρθε να πάρει τον πατέρα μου, ο οποίος κρυβόταν και δεν αποκαλύφθηκε. Και ποιον δεν έχω πρωτοσυναντήσει, είμαι πλήρης εικόνων!
Πόσο τύχη είναι να έχεις γνωρίσει τον κόσμο όλο, είσαι - δεν είσαι η κόρη του διασημότερου Έλληνα;
Τεράστια! Και τα ταξίδια βάζω μέσα, αφού όπου πηγαίναμε, παρατάγαμε τα πράγματα, ο μπαμπάς ξεκουραζόταν και η μαμά μας έτρεχε στα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους. Έχουμε δει ότι πολιτιστικό υπάρχει σε μια χώρα. Είχε έναν χάρτη η μάνα μου στα χέρια και μας πήγαινε.
Πιο σημαντικά είναι τα ταξίδια ή οι άνθρωποι;
Τα ταξίδια, σίγουρα, για μένα. Μετά συνέχισα κι εγώ την παράδοση όταν άρχισα να κάνω συναυλίες με τη Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης. Κουβάλαγα και τα τέσσερα παιδιά. Έχουμε πάει Αμερική, Αυστραλία, Κίνα, παντού με τα αγόρια μου, δίνοντας συναυλίες. Την Ελλάδα εννοείται την έχουμε ξεσκονίσει και παρά τις συναυλίες, ξύπναγα τα παιδιά μου πολύ πρωί και τα έτρεχα κι εγώ.
Τι θυμάστε απ' τον Μάνο Χατζιδάκι;
Ήτανε πάρα πολύ φίλοι με τον πατέρα μου. Ο Μάνος Χατζιδάκις καταρχάς ήταν ο στενός φίλος του πατέρα μου, κάτι που δεν γνωρίζουν πολλοί. Τεράστια αγάπη είχαν! Κάθε πρωί έπαιρναν τηλέφωνο, πότε ο ένας και πότε ο άλλος, για να σχολιάσουν τα πολιτικά. Πάντα! Το σήκωνε η μαμά το τηλέφωνο, «Μυγτωωώ» της έλεγε ο Χατζιδάκις που την αγαπούσε, έκαναν το κουτσομπολιό τους για λίγο και μετά μίλαγαν για πολιτική με τον μπαμπά. Συναντιόνταν συχνά, ειδικά την εποχή Κοσκωτά και όταν ο μπαμπάς μου είχε αναλάβει την ΕΡΤ, στον «Μαγεμένο Αυλό» και έτρωγαν. Ήταν μεγάλη απόλαυση να τους ακούς. Εγώ επειδή ακολουθούσα και ως κόρη τον πατέρα μου - ξέρετε τώρα, το γνωστό οιδιπόδειο - ποτέ δεν μίλαγα και μόνο άκουγα. Ο Χατζιδάκις ήταν πολύ αυστηρός, δεν εκτιμούσε πολύ κόσμο, ακόμη και ανθρώπους πολύ γνωστούς, τραγουδιστές και καλλιτέχνες. Και ο μπαμπάς να του λέει: «Έλα τώρα, βρε Μάνο...» Θετικός ο μπαμπάς, αρνητικός ο Μάνος, αλλά μου είχε αδυναμία και μεγάλη κιόλας! Στην παρέα τους είδα και ανθρώπους που από ένα βλέμμα τους και μόνο, καταλάβαινα ότι δεν με χώνευαν. Θα σου πω και τα ονόματα! Ένας πολύ παγερός μαζί μου ήταν ο Χρήστος Λαμπράκης! Ο άλλος ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος, που ήταν και υπουργός Πολιτισμού.
Για ποιο λόγο άραγε;
Δεν ξέρω...Ο Μανωλόπουλος επίσης. Δεν με χώνευαν.
Μήπως επειδή ήσασταν απλά η κόρη του Μίκη;
Ειλικρινά δεν ξέρω...Ανάμεσα σ' αυτούς, όμως, εκείνος που μού'χε λατρεία ήταν ο Χατζιδάκις. Ο Λυκουρέζος, ακόμη, που έγινε μετά και δικηγόρος της ορχήστρας μας.
Ο Χατζιδάκις ήταν το ίδιο αυστηρός και στις επανεκτελέσεις των έργων του, πράγμα που δεν συνέβαινε καθόλου με τον Μίκη από τα χρόνια εκείνα ήδη.
Ο πατέρας μου έχει μία αρχή, ν' ακούγεται το έργο του! Βέβαια, όχι να βγει σκατά, αλλά να δώσει την ευκαιρία σε όλους και να μην αποφαίνεται εκλεκτικός, ελιτιστής. Προτιμούσε τους λαϊκούς από το Κολωνάκι. Εμείς έτσι μεγαλώσαμε, παρόλο που ήμασταν μία πλούσια οικογένεια από τα χρήματα που έβγαζε ο πατέρας μου με τη δουλειά του. Οι παρέες μας εμάς ήταν στο Περιστέρι. Στο Κολωνάκι πήγα δυο φορές στη ζωή μου. Θυμάμαι τη μία, είχαμε πάει σε μια ντισκοτέκ κι ήταν εκεί η κόρη του Βασιλόπουλου.
Της αλυσίδας των σούπερ μάρκετ;
Ναι, αυτή. Ήταν στην ηλικία μου και μου λένε «Μ' αυτή πρέπει να κάνεις παρέα». Εγώ πάντα, όμως, έκανα παρέα με λαϊκά παιδιά, αφού έτσι με είχε μάθει ο πατέρας μου. Όλες μου οι σχέσεις, επίσης, ήτανε φτωχοί. Πολύ φτωχοί! Δεν είχα ποτέ σχέση με το κύκλωμα των πλουσίων, δεν ξέρω εγώ πλούσιους για φίλους μου. Μου το επέβαλε με τον τρόπο του, του στυλ «Όχι από κει, από δω»! Τα χρόνια περνάνε, βέβαια, και λες γιατί να μην έχω έναν άντρα που νά'χε και πέντε φράγκα στην άκρη; (γέλια)
Όπως το λέτε, σαν να σας λείπει η συντροφικότητα.
Είμαι χωρισμένη πάρα πολλά χρόνια, μετά απέκτησα άλλες δυο - τρεις σχέσεις, μία ανά πενταετία και τώρα είμαι μόνη μου. Δεν θέλω να έχω καμία σχέση με άντρα...Έφτασα σ' ένα σημείο που μπούχτισα. Πως να το πω, δεν θέλω ερωτική - σεξουαλική σχέση.
Γιατί, όμως; Δεν σας πήραν και τα χρόνια.
Έχω κλείσει σεξουαλικά. Εδώ και τρία χρόνια ασχολούμαι με τα περιφερόμενα ζώα.
Με τα αδέσποτα.
Όχι, με τα περιφερόμενα. Η εκπληκτική Εριέττα Κούρκουλου, η κόρη της Λάτση, θα μπορούσε ν' ακολουθήσει τον αδερφό της τον Πάρι με τα τζετ σετ και τα αεροπλάνα της. Το κορίτσι αυτό, λοιπόν, έχει φτιάξει μια εξαιρετική εταιρεία, ένα σωματείο, που περιθάλπει τα ζώα και δεν τα λέει «αδέσποτα», αλλά «περιφερόμενα». Κι εγώ, επειδή ζω πολύ στο Βραχάτι, είχα φτιάξει ένα χάρτη και όπου είχε ζώα, τα τάιζα και σιγά - σιγά άρχιζα να τα παίρνω σπίτι. Τώρα έχω 22 σκυλιά και 25 γάτες. Αυτά με καλύπτουν συναισθηματικά!
Συνήθως η έντονη φιλοζωΐα δείχνει απογοητεύσεις από τους ανθρώπους.
Έχω υποστεί απογοητεύσεις απ' τους ανθρώπους. Τεράστιες! Ο πατέρας μου, να ξέρετε, έχει στο σπίτι του δέκα σκυλιά βασανισμένα, που τα πήρε απ' τις φιλοζωικές και άλλες τόσες γάτες. Τα φροντίζει ευτυχώς όλα η Ρένα Παρμενίδου κατόπιν επιθυμίας του πατέρα μου. Με τα ζώα είμαστε παθιασμένοι και πάντα είχαμε!
Σε αντίθεση με τον Γιώργο, τον αδερφό σας, που έγινε συνθέτης, εσείς πως και δεν ασχοληθήκατε με τη μουσική, με το τραγούδι;
Ο Γιώργος όταν ήταν παιδί τραγουδούσε τα τραγούδια του πατέρα μου «αηδονίσια», όπως έλεγε ο Μίκης. Εγώ είχα μία φωνή κοινή. Έχω μάθει νά'μαι «σωστή», αλλά δεν έχω φωνή για τραγουδίστρια, τι να κάνουμε; Χάρισμα είναι νά'χεις ωραία φωνή. Εντάξει, άμα μεθύσω, θ' ανέβω κι εγώ πάνω στη σκηνή να πω ένα - δύο τραγούδια, αλλιώς ντρέπομαι. Τώρα που διαβάζω, βέβαια, κείμενα, είμαι ξενέρωτη, την είδα σοβαρή. Έκανα ως παιδί, πάντως, πιάνο, μετά ξεκίνησα κιθάρα, αλλά δεν ασχολήθηκα στη συνέχεια.
Τι γνώμη έχετε για τις καταχρήσεις; Πιάνομαι απ' τη λέξη «ξενέρωτη» που αναφέρατε.
Οι άνθρωποι που είναι μεσ' στο αλκοόλ, είναι αναμφίβολα δυστυχισμένοι. Στα βαριά ναρκωτικά, επίσης. Τώρα τα «ήπια» τσιγάρα είναι αστείο να μιλάμε, επειδή απαγορεύεται. Είμαι υπέρ της αποποινικοποίησης στα ελαφρά ναρκωτικά και πιστεύω ότι θα κάνει και πολύ καλό στην Ελλάδα. Πήγαινε στο Άμστερνταμ, πόσα εκατομμύρια βγάζουν την ημέρα; Πληρώνουν και το ΦΠΑ τους και όλα εντάξει. Γιατί εδώ αυτή η υποκρισία, μεσ' στο κέντρο της Ευρώπης; Κρύβονται από πίσω οικονομικά συμφέροντα, δεν υπάρχει άλλη εξήγηση!
Φαντάζομαι ο πατέρας σας θά'χει αντίθετη άποψη για όλα αυτά.
Θα με σκοτώσει ο πατέρας μου που τα λέω αυτά τώρα, γιατί είναι πολύ αντίθετος! Μεγάλωσε σε μια εποχή που οι χασικλήδες ήταν το λούμπεν προλεταριάτο, μην το παραβλέπουμε αυτό.
Έζησε όμως και τη δεκαετία του '60 μέσα στις νεανικές εξεγέρσεις.
Ποτέ δεν κάπνισε ο πατέρας μου, ποτέ! Ήταν η κομμουνιστική ιδεολογία του αντίθετη σ' αυτά τα πράγματα. Και με ψυχαναλυτές - ψυχιάτρους αν μιλήσεις θα σου πουν πως κάνει κακό, σε τρελαίνει.
Ποια είναι η σχέση σας με το χρήμα;
Μία δυστυχία...Εγώ δυστυχώς κληρονόμησα τα σπίτια που έφτιαξε ο πατέρας μου με τον κόπο του και τον ιδρώτα του. Πρέπει όμως να συντηρηθούν και έγινα σκλάβα του χρήματος ακριβώς για τη συντήρηση τους. Τα παιδιά μου είναι άνεργα, ημιάνεργα...Ο μικρός μου γιος δουλεύει σερβιτόρος στην Οία στη Σαντορίνη. Πήγε στην Αγγλία να σπουδάσει, πέρασε τα μαθήματα αλλά το master το παράτησε. Σηκώθηκε κι έφυγε, σιχάθηκε την Αγγλία κι έγινε σερβιτόρος εδώ τρία χρόνια τώρα. Ο Άγγελος είναι άνεργος, ο άλλος, ο Μίκης, δουλεύει με 10 και 20 ευρώ μεροκάματο κι εμείς, ξέρεις, δεν έχουμε έσοδα, είμαστε εποχιακοί σαν τους αγρότες. Δουλεύουμε τα καλοκαίρια και μετά από κάθε Δεκέμβρη, είμαστε ταπί. Με δανεικά! Κρατάμε τεφτεράκι στον κρεοπώλη, στο φαρμακείο, όπου μπορείς να φανταστείς. Είμαστε σε φρικτή κατάσταση, γιατί πως; Από που να τα βρούμε τα λεφτά; Άρα με ρωτάς ποια είναι η σχέση μου με τα λεφτά; Τραγική! Όλη μέρα εδώ μέσα είμαι με ένα κομπιούτερ...Τώρα δεν έχω να πληρώσω τη ΔΕΗ και θα μας την κόψουν, θέλω να προλάβω να πάω να κάνω διακανονισμό. Αλήθεια σου λέω, συμβαίνει και σε όλους τους Έλληνες, αλλά στο δικό μας το intertainment είναι πολύ χειρότερα: Δημοσιογράφοι, τηλεόραση, τα ξέρεις...Σφαγή! Δεν υπάρχουν χρήματα. Παλιά κάναμε πολλές συναυλίες, είχαν οι δήμοι budgets. Τώρα με το ζόρι κινούνται τα πράγματα. Νιώθω, λοιπόν, δυστυχισμένη, γιατί η ζωή μου είναι τα χρήματα, τίποτα άλλο, πως θα επιβιώσουμε εννοώ. Ένας αγώνας...
Μα καλά, το ερώτημα είναι εύλογο: Δεν κρατήσατε κάποια χρήματα;
Όχι, νομίζει ο κόσμος πως ο πατέρας μου είναι ο Ρότσιλντ της Ελλάδας. Κάποια χρήματα, γύρω στις 200 - 300.000, που είναι αστεία για κάποιους άλλους, φαγωθήκανε μέσα στα χρόνια. Από το 2017 έχει να πληρωθεί ο πατέρας μου από την ΑΕΠΙ, εκεί που ζούσε απ' τα δικαιώματα του.
Τι γίνεται με τη διαχείριση των δικαιωμάτων του Μίκη Θεοδωράκη;
Εγώ έχω τον «Ρωμανό», τον εκδοτικό οίκο, που έχουν περάσει όλα τα έργα του πατέρα μου. Τη διανομή και τη διακίνηση την κάνει ο Σοτ από τη Γερμανία, ένας από τους μεγαλύτερους εκδότες στον κόσμο.
Συγγνώμη που το λέω, αλλά τότε πως δεν έρχονται χρήματα; Σε όποια γωνιά του πλανήτη να πας, δίσκους του Μίκη Θεοδωράκη θα βρεις.
Λίγα πράγματα, ειλικρινά. Δεν πωλούνται πια δίσκοι. Προσπαθήσαμε να κάνουμε κάτι με εταιρείες στο διαδίκτυο, αλλά κι εκεί δεν μετράει το «καλάθι», όσο το «πάτημα», το κλικ. Ε, μέσα σ' αυτό το κλικ δεν ανήκουν οι συνθέτες. Δεν έπρεπε να παίρνει και ο πατέρας μου το κατιτί, εκεί που παλιά έπαιρνε ένα 10 - 12% για κάθε δίσκο; Και ποιος ακούει πια μουσική από CD και δίσκους; Όλα τα παιδιά σήμερα ακούνε μουσική από το spotify. Είναι θολό το τοπίο στο internet, αλλά θα φτιάξει κι αυτό...Στην Ελλάδα δεν πρόκειται να φτιάξει τίποτα, βέβαια...
Θα τα έχετε ακούσει πολλές φορές: Δεν είναι λίγοι αυτοί που σας κατηγορούν για κακοδιαχείριση του έργου του Μίκη, κυρίως σε ότι αφορά τους ερμηνευτές του.
Θα μου πεις τώρα για τον Αντώνη Ρέμο και για τη Νατάσσα Θεοδωρίδου.
Ναι, αν και για τον Ρέμο έχω ακούσει ότι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος τον σύστησε στον Μίκη.
Εγώ τον ήθελα τον Ρέμο στις συναυλίες μας και κάναμε τα κινηματογραφικά. Ο πατέρας μου, ως μουσικός και καλλιτέχνης, είχε μόνο ένα κριτήριο: Να θέλει αυτό που είναι καλό. Τι ήταν ο Καζαντζίδης, ο Μπιθικώτσης, η Πόλυ Πάνου; Λαϊκοί τραγουδιστές που δούλευαν στη Θηβών. Δεν ήταν εστέτ! Όταν ο πατέρας μου πρωτόβαλε το ζεϊμπέκικο από τον «Επιτάφιο» με τον Μπιθικώτση και τον Χιώτη στου «Φλόκα», παρουσία του Γκάτσου και του Ελύτη, άρχισαν να γελάνε. Άντε τώρα να γελάσει κανείς! Αυτό που έκανε ο πατέρας μου να περάσει την ποίηση στο λαϊκό τραγούδι, χωρίς «γαβ - γαβ» και «Μαντουβάλα», ήταν μεγάλο επίτευγμα.
Ναι, αλλά ο Ρέμος δεν τραγουδάει στην αντίστοιχη Θηβών, αλλά στα κλαμπ της Μυκόνου με λουλουδοπάνερα και, φυσικά, έναν πακτωλό χρημάτων.
Εγώ δεν ξέρω τι κάνει, δεν τα βλέπω αυτά, εμένα μου αρέσει πολύ η φωνή του, όπως άρεσε και στον πατέρα μου. Μου άρεσαν οι φωνές της Πέγκυς Ζήνα και της Νατάσσας Θεοδωρίδου, όπως και του Πασχάλη Τερζή, που κάναμε επίσης συναυλίες. Τον Τερζή παραδόξως τον δέχονται κάποιοι. Τώρα αρχίζουν και δέχονται την Πάολα, ας πούμε. Άλλους δέχονται, άλλους δεν δέχονται. Η όλη φάση μου θυμίζει τον Φλωρινιώτη που τον είχε βγάλει ο Χατζιδάκις με τσέμπαλο. Απ' την άλλη, όταν είσαι παραγωγός, λες θέλω να βρω κάποιον που θα τραβήξει το κοινό, λογικό δεν είναι;
Κατά τον Μάνο Χατζιδάκι, καθόλου!
Μα ο Χατζιδάκις είχε το βαρύ πυροβολικό πάντα! Μπορεί νά'χε τον Λέκκα και τον Λιούγκο στα ξεκινήματα τους, αλλά είχε τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μαίρη Δημητριάδη, που ήταν μεγάλα ονόματα. Είχε τους δικούς του τραγουδιστές, τον Μητσιά, τη Γαλάνη, χρησιμοποιούσε όποιον τραγουδιστή του άρεσε η φωνή του.
Άρα υπερασπίζεστε την εμπορικότητα στις δικές σας επιλογές.
Απόλυτα, αλλά κάνουμε συναυλίες και με πιο μικρά ονόματα: Πήγαμε στη Σκανδιναβία με τη Σοφία Παπάζογλου, που είναι ένα όνομα, αλλά και με τον Σπύρο Κουτσοβασίλη, που δεν τον ξέρει κανείς κι είναι εκπληκτικός. Εκεί, βέβαια, πήγαν όλοι για τη Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης, για τ' όνομα του Μίκη, αλλά άμα είναι καλό το όργανο, η φωνή και η παρουσίαση, τελείωσε, οι άνθρωποι είναι ευχαριστημένοι. Έρχονται για ν' ακούσουν, όχι για να δουν τον Νταλάρα ή τη Φαραντούρη.
Πότε φτιάχτηκε η Λαϊκή Ορχήστρα Μίκης Θεοδωράκης;
Το 1995. Κάναμε μια συναυλία στο Καλλιμάρμαρο για τα 70χρονα του Μίκη και είχαν μαζευτεί όλοι οι τραγουδιστές: Ο Νταλάρας, ο Παπακωνσταντίνου, ο Μητροπάνος, οι Κατσιμιχαίοι, ακόμη κι ο Μπιθικώτσης ζούσε. Ήταν και ο Γιώργος Ζωγράφος, που δεν κατάφερε να ανέβει να τραγουδήσει, κάπου χάθηκε. Μετά από λίγα χρόνια πέθανε...Κοίτα να δεις που τώρα θα επαναληφθεί αυτή η συναυλία μετά από 24 χρόνια!
Στο συνταξίδεμα με τον πατέρα σας, σκέφτομαι πόσους ανθρώπους θα είδατε να «φεύγουν».
Έχουν πεθάνει όλοι οι φίλοι του πατέρα μου, οι συνομήλικοί του. Ποιος έχει μείνει;
Ο Νίκος Κούνδουρος μου είχε πει πως είναι τρομερά δύσκολο να ζεις ως τα 90.
Το βλέπω...Ο πατέρας μου είναι έρημος. Κάθε φορά που πεθαίνει ένας δικός του, τον παρατηρώ πως γίνεται...Βέβαια, οι γέροι μεταξύ τους δεν βλέπονται συχνά. Όσο ζούσε ο Μιχάλης Κακογιάννης, που έμενε πολύ κοντά μας, έκλειναν ραντεβού να βρεθούν ανά εξάμηνο. Εκείνος πια δεν μπορούσε, ήταν σε καροτσάκια κι οι δυο τους και τό'χαν καημό. Κι ο Κακογιάννης μ' αγαπούσε, μου είχε γράψει κι ένα ποίημα το '72 στο Παρίσι! Εγώ εκεί τότε έκανα πάρτι και έρχονταν όλοι οι φίλοι του πατέρα μου: Ο Κούνδουρος πάντα, ο Κακογιάννης, η Ελένη Καραΐνδρου που ήταν δασκάλα του αδερφού μου στο πιάνο και μέρα παρά μέρα ήταν σπίτι μας. Μεγαλώσαμε με την Καραΐνδρου! Ερχόταν συχνά και η Άλκη Ζέη, την είχα ίνδαλμα! Όταν έγραψε τον «Μεγάλο περίπατο του Πέτρου», το διάβαζα και μου άλλαζε τη ζωή.
Πρόσφατα ο Μίκης έβαλε βηματοδότη, πέρασε μια περιπέτεια με την υγεία του. Σας θλίβει το ότι έχει μεγαλώσει και δεν θα τον έχετε για πολλά χρόνια ακόμη;
Με τρομοκρατεί...Ζω μ' αυτό το φόβο, γιατί ακριβώς είναι πολύ μεγάλος. Απ' τα 80 και μετά, σκέφτεσαι ότι μπορεί να πεθάνουν ο μπαμπάς κι η μαμά. Έχουν περάσει τόσα χρόνια, αλλά δεν πεθαίνουν (γέλια). Πηγαίνω τώρα στη μάνα μου, που είναι άρρωστη, της πιάνω τα πόδια και της λέω «Μανούλα»...Πάσχει από μυοπάθεια και την έχουμε απ' το κρεβάτι στην πολυθρόνα. Είναι το '26, ένα χρόνο μικρότερη απ' τον Μίκη.
Προετοιμάζεστε, λοιπόν, για τη γονεϊκή απώλεια.
Παναγία μου, δεν θέλω να το πιστέψω! Όλοι οι φίλοι μου έχουν χάσει έναν πατέρα ή μια μάνα, όλοι - όλοι, δεν υπάρχει κανείς που να τους έχει. Εγώ δεν το ξέρω αυτό, είμαι 60 χρονών και όσο μεγαλώνω, με τρομοκρατεί ακόμη περισσότερο νά'μαι χωρίς τον μπαμπά και τη μαμά. Είμαστε πάντα σαν παιδιά, εγώ μπεμπεδίζω όποτε πάω κοντά τους. Εννοώ πως, ακόμα, τον πρώτο λόγο τον έχουν αυτοί.
Για κάτι άλλο που έχετε κατηγορηθεί είναι η δημοσιοποίηση βίντεο από τις προσωπικές σας στιγμές μαζί τους.
Αυτό είναι μεγάλη μαλακία! Εσείς είχατε αναρτήσει στο διαδίκτυο, θυμάμαι, τα βιντεάκια που χόρευα μόνη μου και είχαν αρέσει πάρα πολύ! Γιατί, δεν κατάλαβα, άμα μπεις στο facebook, όλοι ανεβάζουν βίντεο με τους γονείς τους, επειδή εμένα δηλαδή μπαμπάς μου είναι ο Θεοδωράκης; Μου κάνανε μία κριτική με ένα κέντημα που είχα απλώσει στο κρεβάτι του μπαμπά και το έδειξα στο internet. Άρχισαν να με βρίζουν κάτι φανατικοί θεοδωρακικοί και τους μπλόκαρα. Με ποιο δικαίωμα εσύ, πού'ναι δικό μου το facebook, με βρίζεις; Εσύ πως ανεβάζεις τη μάνα σου, γιατί εγώ να μη βάλω; Και δε βάζω πολλά, μη νομίζεις...Εγώ κάθε μέρα που βλέπω τους γονείς μου, τους τραβάω φωτογραφίες, πρέπει να έχω γύρω στις 80.000 φωτογραφίες μεσ' στο ipad. Σκέφτομαι καμιά μέρα να φτιάξω κάνα φιλμ με την καθημερινότητα τους.
Ζουν μαζί αυτή τη στιγμή;
Ο μπαμπάς μου περνάει το χρόνο του στο υπνοδωμάτιο, εκτός γραφείου, η μαμά μου στο σαλόνι. Συναντιούνται στο σαλόνι, που η μαμά μου έχει δικό της ειδικό κρεβάτι. Συνεννοούνται, αλλά πια δεν ακούει ο ένας τον άλλο. Πάει ο Μίκης, κάθεται εκεί, της κρατάει το χέρι. «Μίκη μου!» του λέει αυτή...Σκέφτομαι τι θα κάνει ο ένας, όταν θα πεθάνει ο άλλος. Τώρα που ο μπαμπάς ήταν στο νοσοκομείο, δεν της τό'παμε, τό'μαθε μετά από μια βδομάδα. «Τι κάνει ο μπαμπάς;», «Κοιμάται» της λέγαμε. Στο τέλος της είπαμε ότι ήταν για τσεκάπ. Τρέμει η μάνα μου...Όταν δύο γέροι είναι μαζί, φοβούνται το θάνατο. Το ζω, το βλέπω. Βλέπω και κάτι γεροντάκια που περπατάνε μαζί και απ' τη μια τους ζηλεύω, γιατί λέω πως ως χωρισμένη δεν θα περπατάω με κανέναν μαζί, αλλά απ' την άλλη σκέφτομαι πως δεν θα περάσω αυτόν τον τόσο μεγάλο πόνο. Θα ήθελα να έχω μια παρέα, όχι άντρα. Μια φίλη θα ήθελα νά'χω για να συζώ. Την έχει ανάγκη ο άνθρωπος τη συντροφικότητα.
Χαίρεστε όμως για τα τέσσερα αγόρια σας που μεγαλώνουν.
Ναι, αλλά είναι και άντρες πια, που όσο μεγαλώνουν, σε «γράφουν». Λογικό. Επειδή είμαι μια 20ετία χωρισμένη, τά'χα τα παιδιά κολλημένα πάνω μου, τα έπαιρνα παντού μαζί μου. Βγαίναμε τα παιδιά μου, οι φιλενάδες τους και οι φίλοι τους. Τώρα που είμαι στο Βραχάτι, μου κακοφαίνεται χωρίς τα παιδιά. Δεν έχουν όρεξη τώρα πια, τι να κάνουν; Να βγαίνουν βόλτα με τη μάνα τους; Εγώ θέλω, αυτά δεν θέλουν, βαριούνται!
Ας πάμε στην επικείμενη συναυλία στο Καλλιμάρμαρο. Σε ποιο πλαίσιο γίνεται αυτή τη φορά;
Ήρθε πέρσι ο Γιώργος Λιάνης, που είναι πολύ φίλος μας, και μας είπε να το γιορτάσουμε. Εννοούσε την επέτειο από το τέλος του Εμφυλίου, το '49. Λέει ο Μίκης: «Τι να γιορτάσουμε; Ο Εμφύλιος έληξε το '49 με νίκη των εθνικιστών κι εμείς κλαίγαμε»...Του αντιπρότεινε λοιπόν να γίνει μια συναυλία με τα τραγούδια του Αγώνα, αλλά του Λιάνη δεν του άρεσε σαν τίτλος. Εκεί είπα εγώ να γίνει έναρξη με το τραγούδι «Αν είσαι Έλληνας» από τα «Τραγούδια του Ανδρέα», που είχε πει ο Καλογιάννης. Μετά να μπει κατευθείαν το «Είμαστε δυο». Θα μαζευτούν όλοι οι τραγουδιστές μαζί με τον Καλογιάννη, που θα θέλαμε να το απαγγείλει περισσότερο! Θα είναι μία συναυλία με τα πιο εμβληματικά επαναστατικά τραγούδια του πατέρα μου και όχι μόνο! Τι να κάνουμε, το πολιτικό τραγούδι στην Ελλάδα - δεν μ' αρέσει ο χαρακτηρισμός αυτός - καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του έργου του Θεοδωράκη.
Η Μαρία Φαραντούρη δεν θα είναι ωστόσο.
Όχι, γιατί έχει λίγες μέρες μετά τη δική της συναυλία στο Ηρώδειο! Δυστυχώς, γιατί αυτή είναι η κατεξοχήν ερμηνεύτρια του θεοδωρακικού πολιτικού τραγουδιού. Θα ακουστούν, λοιπόν, τραγούδια επαναστατικά, του αγώνα και της ανυπακοής!
Πόσο βάλατε το εισιτήριο;
Δώδεκα ευρώ. Κάτω, στις διακεκριμένες θέσεις, θά'χει 25 ευρώ. Το κάνω για τον πατέρα μου. Τον θέλω εκεί, στο καροτσάκι, να είναι περιτριγυρισμένος απ' τον κόσμο που τον λατρεύει και τον αγαπάει.
Ίσως έτσι αμβλυνθούν και οι αντιδράσεις όσων τον κατηγόρησαν για την υποτιθέμενη «τελευταία δημόσια εμφάνιση» του στο συλλαλητήριο για το Μακεδονικό.
Είναι ανόητοι όσοι θεωρούν τον πατέρα μου φασίστα!
Δεν θα διαφωνήσω. Έλεος!
Μα είναι ανιστόρητοι. Ας μην το συζητήσουμε, γιατί είμαι πολύ θυμωμένη. Όλη αυτή η ιστορία δουλειά των Αμερικανών είναι που θέλουν να στήσουν τους πυραύλους τους. Τους ενδιαφέρει, νομίζεις, τι είναι τα Σκόπια και η Μακεδονία; Μας θυμήθηκε ξαφνικά η Μέρκελ για τα Σκόπια, έλα τώρα!
Για την άνοδο της ακροδεξιάς που πυροδοτείται από κάτι τέτοια, όμως, συλλαλητήρια, τι έχετε να πείτε;
Με τρομάζει, γιατί στην Ευρώπη είχαμε το παράδειγμα του Χίτλερ. Εδώ στην Ελλάδα τα θεωρώ όμως όλα αυτά πολύ μικρά, μικρής εμβέλειας. Είμαστε ένας ειρηνικός λαός που έχουμε κουραστεί πάρα πολύ από το φασισμό και από γενιά σε γενιά...
Ακούγεται οπτιμιστικό αυτό.
Μα, για ένα 10% μιλάμε. Και οι χουντικοί πάντα ένα 10% ήταν στην Ελλάδα. Το υπόλοιπο 90%; Άσ' τους να γαυγίζουν, είναι ηλίθιοι, είναι χαζά τα παιδιά. Εμείς είμαστε η μαρίδα...Οι καρχαρίες είναι στην Ευρώπη, που για μένα είναι άγριοι λαοί, βάρβαροι. Το έχουν μεσ' στο αίμα τους! Θα μου πεις, είσαι ρατσίστρια; Όχι, εγώ θεωρώ ότι οι Έλληνες είμαστε ένας πολύ καλός λαός. Δεν είμαστε πολεμοχαρείς και ιμπεριαλιστές, θέλουμε νά'χουμε ηρεμία.Ο Ερντογάν, ας πούμε, είναι ένας πολύ μεγάλος ηγέτης για την Τουρκία, που τα θαλάσσωσε τα τελευταία χρόνια. Για θυμήσου πριν 15 χρόνια: Πηγαίναμε στα μουσεία και απαγορευόταν η λέξη «Γιουνάν», υπήρχε απ' τους κεμαλιστές λογοκρισία για τους Έλληνες! Κι ήρθε ο Ερντογάν κι άρχισαν οι Έλληνες να πηγαίνουν απέναντι χωρίς βίζα, έγινε ένα τρομερά διεθνιστικό άνοιγμα. Ε, μετά μεταλλάχθηκε ως ισλαμιστής. Έγινε μεγάλος και τρανός και έδειξε το απολυταρχικό του πρόσωπο! Να πω εδώ ότι για μένα, που είμαι γυναίκα, ο ισλαμισμός είναι μία θρησκεία προσβλητική, ούσα και κατά όλων των θρησκειών. Δεν ανέχομαι να βλέπω γυναίκες να θέλουν να φοράνε μαντίλα. Έτσι όπως το πάει ο Ερντογάν, θα την επιβάλλει τη μαντίλα, θα φτιάξει ένα θεοκρατικό καθεστώς.
Τι άλλο θέλετε να πούμε για το Καλλιμάρμαρο;
Να έρθουν όλοι για να χαρεί ο μπαμπάς, το είπα και πριν, γι' αυτό το κάνω! Θέλω να ευχαριστήσω τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη, η οποία πάντα με στηρίζει και πάντα με βοηθάει. Την αγαπάω και μ' αγαπάει. Αυτή είναι ένα πάρα πολύ καλό άτομο, απλός άνθρωπος.
Το σπίτι σας πάντα έτσι, κέντρο διερχομένων είναι;
Τώρα αυτό δεν είναι τίποτα! Μας έμεινε απ' τα πάρτι που κάναμε με διαγωνισμούς φαγητών. Μαζευόμασταν εδώ μέσα 50 άτομα κι ερχόταν κι ο Μίκης, που πάντα ήθελε σάλτσες. Τι ωραία που τα περνούσαμε!